αγριοσυκιά

From LSJ

λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk

Source

Greek Monolingual

η ή ερινεός (Ficus carica ποικιλία sylvestris) Βοτ.
δένδρο φυλλοβόλο που θεωρείται πρόγονος της καλλιεργούμενης ή ήμερης συκιάς.