Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits
ἁλίρρυτος, -ον (Α)1. αυτός που περιρρέεται, που περιβρέχεται από τη θάλασσα2. φρ. «ἁλίρρυτον ἄλσος», φουσκωμένη θάλασσα, ψηλά κύματα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἁλι- (< ἅλς) + ῥυτός (< ῥέω)].