αμαξοποιείο
From LSJ
οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
Greek Monolingual
το αμαξοποιός
εργοστάσιο στο οποίο κατασκευάζονται άμαξες.
οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
το αμαξοποιός
εργοστάσιο στο οποίο κατασκευάζονται άμαξες.