αμοιβήδην

From LSJ

οἱ τότε ἤρχοντο εἰς τὴν νῆσον → they were then coming to the island

Source

Greek Monolingual

ἀμοιβήδην (Α) επίρρ.
αμοιβαία, εναλλάξ, διαδοχικά.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμοιβὴ + επίρρ. κατάλ. -δην].