αναδημοσιεύω

From LSJ

Νίκησον ὀργὴν τῷ λογίζεσθαι καλῶς → Ratione rem putando vince irae impetum → Besiege deinen Zorn durch deines Denkens Kraft

Menander, Monostichoi, 381

Greek Monolingual

δημοσιεύω εκ νέου, ξαναδημοσιεύω, επανεκδίδω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανα- + δημοσιεύω.
ΠΑΡ. αναδημοσίευση. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στους Ελληνικούς Κώδικες].