Γυναικὶ δ' ἄρχειν οὐ δίδωσιν ἡ φύσις → Natura quippe feminae imperium negat → Der Frau jedoch versagt zu herrschen die Natur
κάνω κάτι κυρτό, καμπυλώνω ή κυρτώνω εκ νέου.[ΕΤΥΜΟΛ. < ανάκυρτος.ΠΑΡ. ανακύρτωση].