ανεψιά

From LSJ

οὔποτε ποιήσεις τὸν καρκίνον ὀρθὰ βαδίζειν → thou shalt never make the crab walk straight

Source

Greek Monolingual

και ανιψιά, η (AM ἀνεψιά)
βλ. ανεψιός.