αξιοπραγία

From LSJ

ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death

Source

Greek Monolingual

ἀξιοπραγία, η (Α)
αξιέπαινη πράξη, καλή διαγωγή.