απόκτημα

From LSJ

Τοῦ ὅλου οὖν τῇ ἐπιθυμίᾳ καὶ διώξει ἔρως ὄνομα → Love is the name for our pursuit of wholeness, for our desire to be complete

Plato, Symposium, 192e10

Greek Monolingual

κ. -χτημα, το (Μ ἀπόκτημα)
ό,τι αποκτά κανείς
νεοελλ.
κάτι εξαιρετικά πολύτιμο.