αράχνειος

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source

Greek Monolingual

-α, -ο (AM ἀράχνειος, -ον)
ο σχετικός με την αράχνη ή εκείνος που προέρχεται απ' αυτήν.