τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαι → show the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away
ἀρεσκεύομαι (Α) άρεσκοςπροσπαθώ να γίνω αρεστός με κάθε τρόπο, γίνομαι δουλοπρεπής.