αστεροσκοπείο
From LSJ
οἱ βάρβαροι γὰρ ἄνδρας ἡγοῦνται μόνους τοὺς πλεῖστα δυναμένους καταφαγεῖν καὶ πιεῖν → for great feeders and heavy drinkers are alone esteemed as men by the barbarians
Greek Monolingual
το
ίδρυμα που διαθέτει ειδικά όργανα για την παρατήρηση και μελέτη των ουράνιων σωμάτων, καθώς και διαφόρων μετεωρολογικών, μαγνητικών, σεισμολογικών κ.ά. φαινομένων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αστεροσκόπος. Ο τ. αστεροσκοπείον μαρτυρείται από το 1848 στον Γ. Κ. Βούρη].