γαρδινάλης
From LSJ
Theocritus, Idylls, 30.3
Greek Monolingual
ο και γαρδενάλης και γαρδινάλες και γαρδινάλιος
ο καρδινάλιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (βενετ.) gαrdenαl < λατ. cardinalis].
ο και γαρδενάλης και γαρδινάλες και γαρδινάλιος
ο καρδινάλιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (βενετ.) gαrdenαl < λατ. cardinalis].