Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
[Seite 545] τό, Bündel, Geopon.
δεματικόν: τό, δέσμη, Γεωπον.