Ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → Injustice: the state of despising the laws
δενδροαποσκίασμα και δενδροαπεσκίασμα, το (Μ)σκιά δένδρου.[ΕΤΥΜΟΛ. < δένδρο (ν) + αποσκίασμα «σκιά»].