διαχειραγωγέω

From LSJ

Ἀλλ᾽ ὑπ᾽ ἐλπίδων ἄνδρας τὸ κέρδος πολλάκις διώλεσεν → But the profit-motive has destroyed many people in their hope for gain

Sophocles, Antigone, 221-2

German (Pape)

[Seite 613] an der Hand führen, Clem. Al.

Greek (Liddell-Scott)

διαχειραγωγέω: ὁδηγῶ διὰ τῆς χειρός, Κλήμ. Ἀλ. 506.

Spanish (DGE)

guiar, conducir ἀπὸ τῆς γλώττης ἐπὶ τὰ ἔργα τὸ κόσμιον διαχειραγωγεῖν Clem.Al.Strom.2.23.145, en v. pas. ἐπὶ τὴν θεωρίαν διαχειραγωγούμενοι Clem.Al.Fr.60.