Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before
ἐκκρεμάννυμι (Α)1. κρεμώ κάτι από ένα μέρος ή πράγμα2. μέσ. είμαι εξαρτημένος από κάτι, είμαι αφοσιωμένος σε κάτι.