επανατάσσω

From LSJ

μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk

Menander, Monostichoi, 224

Greek Monolingual

1. επαναφέρω κάτι στη θέση του
2. ιατρ. επαναφέρω εξαρθρωμένο μέλος του σώματος στην κανονική θέση του.