επιστήλιο

From LSJ

Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχηFortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück

Menander, Monostichoi, 428

Greek Monolingual

το
ναυτ. το τμήμα του ιστού του πλοίου που προστίθεται στη στήλη (στον κυρίως ιστό), κν. τσιμπούκι.