επιών

From LSJ

Γέρων γενόμενος μὴ γάμει νεωτέραν → Ne ducas iuniorem, si fueris senex → Wenn du gealtert, nimm dir keine junge Frau

Menander, Monostichoi, 110

Greek Monolingual

ἐπιών, ἐπιοῦσα, ἐπιόν (AM)
μτχ. ενέστ. του ρ. έπειμι.