ευσπλαγχνικός
From LSJ
Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men
Greek Monolingual
και ευσπλαχνικός και σπλαχνικός, -ή, -ό (Μ εὐσπλαγχνικὸς και εὐσπλαχνικός, -ή, -ον) εύσπλαγχνος
φιλεύσπλαγχνος, συμπονετικός.