Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
εὔπωλος, -ον (Α)(για περιοχή) με πολλά και ωραία πουλάρια, με ωραία άλογα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + πώλος].