εὔχειρος

From LSJ

ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...

Source

German (Pape)

[Seite 1108] = εὔχειρ, zw., denn der superlat. εὐχειρότατος ist f. L. für εὐχειρωτότατος, vgl. Lob. Parall. p. 38 u. das folgde Wort.