ζελάς

From LSJ

Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ φάρμακον λόγος → Sermo medela est animi ad aegrimonias → Der kranken Seele Heilungsmittel ist das Wort

Menander, Monostichoi, 550

Greek Monolingual

ζελᾱς, ὁ (Μ)
(στον Ησύχ. ζίλαι και στον Φώτ. ζειλά, (γεν. και δοτ. ζελά)
στον Εύπ. και δοτ. τῷ ζήλα)
κρασί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη θρακικής προελεύσεως].