πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει → all men naturally desire knowledge
θηλυφόνον, τὸ (Α)το δηλητηριώδες φυτό ακόνιτον.[ΕΤΥΜΟΛ. < θηλυ- + φόνος.