θορέομαι

From LSJ

οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί → woe unto you scribes and Pharisees hypocrites

Source

French (Bailly abrégé)

f. épq. de θρῴσκω.

Russian (Dvoretsky)

θορέομαι: эп. fut. к θρῴσκω.