ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone
το (Α ἰχθύδιον)υποκορ. ψαράκιαρχ.επιγρ. ο αστερισμός τών Ιχθύων.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυΐδιον < ἰχθυ(ο)- + υποκορ. κατάλ. -ίδιον (πρβλ. αγαλματίδιον, λεπίδιον)].