κατατόπιση
From LSJ
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
Greek Monolingual
η κατατοπίζω
1. κατατοπισμός, καθοδήγηση, προσανατολισμός
2. μτφ. διαφώτιση, πληροφόρηση, ενημέρωση.
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
η κατατοπίζω
1. κατατοπισμός, καθοδήγηση, προσανατολισμός
2. μτφ. διαφώτιση, πληροφόρηση, ενημέρωση.