κατατόπιση
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
η κατατοπίζω
1. κατατοπισμός, καθοδήγηση, προσανατολισμός
2. μτφ. διαφώτιση, πληροφόρηση, ενημέρωση.