κλαδευτήρι
From LSJ
Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund
Greek Monolingual
το (Α κλαδευτήριον, Μ κλαδευτήρι) κλαδεύω
όργανο που χρησιμεύει στο κλάδεμα
αρχ.
στον πληθ.) τὰ κλαδευτήρια
εορτή κατά την εποχή του κλαδέματος τών δέντρων.