κοκκινοβαμμένος

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
ο βαμμένος με κόκκινο χρώμα, κόκκινος.