κονταροχτυπώ
From LSJ
δασύποδα λαγὼν παραδραμεῖται χελώνη → the tortoise will outrun the hairy-footed hare
Greek Monolingual
και κονταροκτυπώ (Μ κονταροκτυπώ και κονταροχτυπῶ, -άω)
συμπλέκομαι σε κονταρομαχία, αγωνίζομαι σε κονταροχτύπημα, μετέχω σε ιππικό αγώνα με κοντάρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοντάρι + κτυπῶ].