εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming
ο (Μ κρασοπινάς)μέθυσος, μπεκρής.[ΕΤΥΜΟΛ. < κρασί + πίνω + κατάλ. -άς).