κυβόμετρο
From LSJ
ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος → I'd be willing to be flayed into a wineskin afterwards and to have my line wiped out
Greek Monolingual
το
το κυβικό μέτρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύβος + μέτρο (πρβλ. ανεμόμετρο, θερμόμετρο)].
ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος → I'd be willing to be flayed into a wineskin afterwards and to have my line wiped out
το
το κυβικό μέτρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύβος + μέτρο (πρβλ. ανεμόμετρο, θερμόμετρο)].