Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
SourceFrench (Bailly abrégé)
3ᵉ sg. ao. Moy. poét. de μίγνυμι.
Greek Monotonic
μίκτο: ή μῖκτο, Επικ. γʹ ενικ. Παθ. αορ. βʹ του μίγνυμι.