μεγαρόνδε

From LSJ

μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk

Menander, Monostichoi, 224

Greek Monolingual

μεγαρόνδε (Α)
επίρρ. προς το μέγαρο, προς τον γυναικωνίτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέγαρον + επιρρμ. κατάλ. -δε].