μελήσω

From LSJ

εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war

Source

French (Bailly abrégé)

v. μέλω.

Russian (Dvoretsky)

μελήσω: fut. к μέλω.

Greek (Liddell-Scott)

μελήσω: ἴδε μέλω.

Greek Monotonic

μελήσω: μέλ. του μέλω.