ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages
-α, -ο, θηλ. και -οςαυτός που περιέχει μέταλλο («μεταλλοφόρα κοιτάσματα»).[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1870 στον Π. Τριανταφυλλίδη].