μηδαμώς

From LSJ

Πάντ' ἀνακαλύπτων ὁ χρόνος πρὸς φῶς φέρει → Omnia revelans tempus in lucem eruit → Die Zeit deckt alles auf und bringt es an den Tag

Menander, Monostichoi, 459

Greek Monolingual

μηδαμῶς και μηθαμῶς)
επίρρ. (τρόπου) με κανέναν τρόπο, καθόλου, ουδαμώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μηδαμός + επιρρμ. κατάλ. -ῶς (πρβλ. ουδαμώς)].