οδηγία
From LSJ
Greek Monolingual
η (ΑΜ ὁδηγία) οδηγός
1. υπόδειξη της οδού
2. υπόδειξη τρόπου ενέργειας ή συμπεριφοράς
νεοελλ.
φρ. «οδηγία της ΕΟΚ» — πράξη του Συμβουλίου ή της Επιτροπής της ΕΟΚ που δεσμεύει κάθε κράτος-μέλος στο οποίο απευθύνεται ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, αλλά αφήνει στο αντίστοιχο κράτος την ελευθερία επιλογής του τύπου και τών μέσων πραγματοποίησής της.