Ἔστιν τὸ τολμᾶν, ὦ φίλ', ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ → Amice, non sapientis es res temeritas → Leichtsinn, mein Freund, passt nicht zu einem weisen Mann
-ον, Μ
αυτός που εκδίδει απόφαση κατά παράβαση του δικαίου, αυτός που κρίνει άδικα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + -δικος (< δίκη)].