παραπονετικός
From LSJ
Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht
Greek Monolingual
-ή, -ό παραπονούμαι
αυτός που εκφράζει παράπονο, αυτός που λέγεται ή γίνεται με παράπονο.
επίρρ...
παραπονετικά
με παράπονο.