παρδέχομαι
From LSJ
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
Greek (Liddell-Scott)
παρδέχομαι: παρ-δίδωμι, ποιητ. ἀντὶ παρα-.
Greek Monolingual
Α
(ποιητ. τ.) βλ. παραδέχομαι.