πειραστικῶς

From LSJ

θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat

Source

Greek (Liddell-Scott)

πειραστικῶς: εἰπεῖν, δοκιμαστικῶς, Δίδ. Ἀλεξ. σ. 349. 864, ἔκδ. Mi. -εἰ μὴ πειραστικῶς ἐρωτᾷς Νικόλ. Μεθώνης ἔκδ. Ἀνδρ. Δημητρ. σ. 49.