ἐφ' ὅσον αὐτοῦ ἡ ὑπόστασις τῶν χρόνων ὑπῆρχεν → as long as his store of years lasted
-ές, Ναυτός που υπέστη ζημιές από τον πόλεμο χωρίς να μετάσχει ενεργά σε αυτόν.[ΕΤΥΜΟΛ. < πόλεμος + -παθής (< πάθος), πρβλ. πλημμυροπαθής].