προΐει

From LSJ

Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν → Frenis regendus venter adductis tibi est → Mit straffem Zügel such' zu lenken deinen Bauch

Menander, Monostichoi, 81

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. prés. ind. épq. de προΐημι;
3ᵉ sg. impf. ion. et att. de προΐημι.

Greek Monotonic

προΐει: = προίησι, γʹ ενικ. του προΐημι· προίειν, σε Αττ. παρατ., προϊείς, μτχ.

Russian (Dvoretsky)

προΐει: эп. 3 л. sing. praes. и impf. к προΐημι.