προβατέμπορος
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
Greek (Liddell-Scott)
προβατέμπορος: ὁ, ἔμπορος προβάτων, Θεόδ. Στουδ. σελ. 193Β, πρβλ. προβατοκάπηλος.
Greek Monolingual
ο, ΝΜ, και προβατέμπορας, Ν
έμπορος προβάτων.