πρὸ τῆς φύσεως ἥκειν εἰς θάνατον → die before the natural term, die before one's time
-ον, Μφυτεμένος που ήδη έχει αναπτυχθεί και έχει απλώσει τις ρίζες του.[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + φυτευτός (< φυτεύω)].