σαράφης

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294

Greek Monolingual

ο, θηλ. σαράφισσα, Ν
αργυραμοιβός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. sarraf].