σπογγογενής

From LSJ

θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat

Source

Greek Monolingual

-ές, Ν
φρ. «σπογγογενής ασβεστόλιθος» — ασβεστολιθικό ιζηματογενές πέτρωμα που σχηματίστηκε από ασβεστολιθικούς σκελετούς σπόγγων.